- Τιτανία
- Τιτανίᾱ , Τιτάνιοςfem nom/voc/acc dualΤιτανίᾱ , Τιτάνιοςfem nom/voc sg (attic doric aeolic)
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Τιτάνια — Τιτά̱νια , Τιτάνια festival of the Titans neut nom/voc/acc pl Τιτάνιος neut nom/voc/acc pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
Τιτάνια — (I) η, Ν αστρον. ο τρίτος κατά σειρά δορυφόρος τού πλανήτη Ουρανού. [ΕΤΥΜΟΛ. Αντιδάνεια λ., πρβλ. αγγλ. titania (< νεολατ. titania < titanium < Τιτάν)). (II) τὰ, Α [Τιτᾱνες] εορτή προς τιμή τών Τιτάνων … Dictionary of Greek
δορυφόρος — I (Αστρον.). Κάθε ουράνιο σώμα που περιφέρεται γύρω από έναν πλανήτη και υπακούει στους ίδιους νόμους της ουράνιας μηχανικής που ρυθμίζουν την κίνηση των πλανητών. Τους νόμους αυτούς προσδιόρισε o Γερμανός αστρονόμος Γιοχάνες Κέπλερ. Εξαιτίας… … Dictionary of Greek